Η Ασπιρίνη καταπολεμεί και παθήσεις στα ούλα
Μια παγκοσμίως πρωτότυπη ανακάλυψη διακρίνει πλέον τον πρώην πρόεδρο του Παλλακωνικού Συλλόγου, τον Αλεποχωρίτη οδοντογιατρό Θανάση Δρουγγάνη, γιο του Λάμπρου και της Βασιλικής.
Πριν δύο χρόνια ο Θανάσης εγκατέλειψε το οδοντιατρείο για να επιστρέψει ξανά στα θρανία της Οδοντιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αδελαΐδας. Εκεί αφοσιώθηκε με μεταπτυχιακές σπουδές για να ειδικευτεί στην περιοδοντολογία και για να ερευνήσει θέματα στα οποία η πείρα του είχε κεντρίσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Κατά το Λάκωνα επιστήμονα οι παθήσεις στα ούλα είναι ένα μείζον πρόβλημα στην Αυστραλία, όπου υπολογίζεται 10% του πληθυσμού υποφέρει από τις πιο βαριές μορφές του είδους. Η ασθένεια προσβάλει ιδιαίτερα τους καπνιστές και πρώην καπνιστές.
Έτσι ο Θανάσης, σε συνεργασία με συναδέρφους της Οδοντιατρικής Σχολής, ξεκίνησε να ερευνήσει την οδοντική υγεία πολλών αντρών. Από τη μελέτη εξακρίβωσε ότι άντρες από το ευρύ κοινό, 50 χρονών και πάνω, που έτυχε να παίρνουνε μικρές δόσεις ασπιρίνης για να αποφύγουνε καρδιακές προσβολές, συμφορήσεις κι άλλες αγγειακές παθήσεις είχανε σημαντικά καλύτερη υγεία στα ούλα από εκείνους που δεν παίρνανε ασπιρίνη. Εκτός από αυτό η μελέτη απέδειξε εκείνοι που δεν καπνίζουνε απολαμβάνουνε καλύτερη υγεία στα ούλα σε αντίθεση με εκείνους που καπνίζουνε, κάτι που βέβαια επιβεβαιώνει τις ήδη τεκμηριωμένες διαπιστώσεις ότι το κάπνισμα επιδρά αρνητικά στα ούλα. Ο Θανάσης παρατήρησε επίσης ότι οι καπνιστές είχανε χάσει περισσότερα δόντια σε κάθε αντίστοιχη ηλικία.
Ο Θανάσης εξηγεί οι συνέπειες της έρευνας αυτής είναι ότι μικρές ποσότητες ασπιρίνης μπορεί να προφυλάξουνε τα ούλα. «Οι ανακαλύψεις μας δείχνουνε άνθρωποι πάνω από 50 χρονών, ιδίως πρώην καπνιστές, όπως πιθανών και καπνιστές, ίσως περιορίσουνε τον κίνδυνο της χειροτέρευσης των ούλων με το να παίρνουνε μικρές δόσεις ασπιρίνης (100 mg) καθημερινώς», δήλωσε ο Θανάσης.
Επισήμανε τη σπουδαία διάκριση μεταξύ το επιφανειακό ερέθισμα, γνωστό ως ουλίτιδα, σε σύγκριση με τη βαθιά πάθηση στα ούλα ή την περιοδοντίτιδα
«Πολλοί μπορεί να νομίζουν ότι εάν έχουνε ματωμένα ούλα, το πιο συνηθισμένο σύμπτωμα σε κάθε πάθηση στα ούλα, ότι μπορούνε να επωφεληθούνε με το να πάρουνε ασπιρίνη. Αυτό δεν είναι ορθό», προειδοποιεί ο Θανάσης.
«Αυτό που δε θέλω να δω είναι εκείνους με ουλίτιδα, ή το κόσμο γενικά, να αρχίσουνε να παίρνουνε ασπιρίνη ελπίζοντας έτσι να βελτιώσουνε την υγεία στα ούλα. Μονάχα εκείνοι με ιστορικό βαθιάς πάθησης στα ούλα μπορούνε να επωφεληθούνε από μικρές δόσεις ασπιρίνης, κι αυτοί μπορούνε να προσδιοριστούνε από τον οδοντογιατρό τους.
Πριν δύο χρόνια ο Θανάσης εγκατέλειψε το οδοντιατρείο για να επιστρέψει ξανά στα θρανία της Οδοντιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αδελαΐδας. Εκεί αφοσιώθηκε με μεταπτυχιακές σπουδές για να ειδικευτεί στην περιοδοντολογία και για να ερευνήσει θέματα στα οποία η πείρα του είχε κεντρίσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Κατά το Λάκωνα επιστήμονα οι παθήσεις στα ούλα είναι ένα μείζον πρόβλημα στην Αυστραλία, όπου υπολογίζεται 10% του πληθυσμού υποφέρει από τις πιο βαριές μορφές του είδους. Η ασθένεια προσβάλει ιδιαίτερα τους καπνιστές και πρώην καπνιστές.
Έτσι ο Θανάσης, σε συνεργασία με συναδέρφους της Οδοντιατρικής Σχολής, ξεκίνησε να ερευνήσει την οδοντική υγεία πολλών αντρών. Από τη μελέτη εξακρίβωσε ότι άντρες από το ευρύ κοινό, 50 χρονών και πάνω, που έτυχε να παίρνουνε μικρές δόσεις ασπιρίνης για να αποφύγουνε καρδιακές προσβολές, συμφορήσεις κι άλλες αγγειακές παθήσεις είχανε σημαντικά καλύτερη υγεία στα ούλα από εκείνους που δεν παίρνανε ασπιρίνη. Εκτός από αυτό η μελέτη απέδειξε εκείνοι που δεν καπνίζουνε απολαμβάνουνε καλύτερη υγεία στα ούλα σε αντίθεση με εκείνους που καπνίζουνε, κάτι που βέβαια επιβεβαιώνει τις ήδη τεκμηριωμένες διαπιστώσεις ότι το κάπνισμα επιδρά αρνητικά στα ούλα. Ο Θανάσης παρατήρησε επίσης ότι οι καπνιστές είχανε χάσει περισσότερα δόντια σε κάθε αντίστοιχη ηλικία.
Ο Θανάσης εξηγεί οι συνέπειες της έρευνας αυτής είναι ότι μικρές ποσότητες ασπιρίνης μπορεί να προφυλάξουνε τα ούλα. «Οι ανακαλύψεις μας δείχνουνε άνθρωποι πάνω από 50 χρονών, ιδίως πρώην καπνιστές, όπως πιθανών και καπνιστές, ίσως περιορίσουνε τον κίνδυνο της χειροτέρευσης των ούλων με το να παίρνουνε μικρές δόσεις ασπιρίνης (100 mg) καθημερινώς», δήλωσε ο Θανάσης.
Επισήμανε τη σπουδαία διάκριση μεταξύ το επιφανειακό ερέθισμα, γνωστό ως ουλίτιδα, σε σύγκριση με τη βαθιά πάθηση στα ούλα ή την περιοδοντίτιδα
«Πολλοί μπορεί να νομίζουν ότι εάν έχουνε ματωμένα ούλα, το πιο συνηθισμένο σύμπτωμα σε κάθε πάθηση στα ούλα, ότι μπορούνε να επωφεληθούνε με το να πάρουνε ασπιρίνη. Αυτό δεν είναι ορθό», προειδοποιεί ο Θανάσης.
«Αυτό που δε θέλω να δω είναι εκείνους με ουλίτιδα, ή το κόσμο γενικά, να αρχίσουνε να παίρνουνε ασπιρίνη ελπίζοντας έτσι να βελτιώσουνε την υγεία στα ούλα. Μονάχα εκείνοι με ιστορικό βαθιάς πάθησης στα ούλα μπορούνε να επωφεληθούνε από μικρές δόσεις ασπιρίνης, κι αυτοί μπορούνε να προσδιοριστούνε από τον οδοντογιατρό τους.
«Πρέπει ασφαλώς να το συζητήσουνε με το γιατρό τους για να αποφύγουνε την παρέμβαση άλλης φαρμακοθεραπείας ή πάθησης.»
Η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της μελέτης δημοσιεύτηκε σε ραδιοφωνικές εκπομπές και με πρωτοσέλιδα άρθρα στις εφημερίδας «Adelaidean» του Πανεπιστημίου Αδελαΐδας (Τόμος 9, αριθμός 2, 28 Φλεβάρη 2000) και στην ελληνόφωνη παροικιακή εφημερίδα «Ο Ελληνικός Κήρυκας» (έκδοση 3 του Μάρτη). Συνάμα η επιστημονική διατριβή που καταγράφει τις διαπιστώσεις έγινε δεκτή για να δημοσιευτεί στο παγκοσμίως ηγετικό περιοδικό της κλινικής περιοδοντολογίας (Journal of Clinical Periodontology).