Πριν από 72 χρόνια οι Γερμανοί κατακτητές και οι «Έλληνες» συνεργάτες τους
εξόντωναν στο Μονοδέντρι, τον ανθό της λακωνικής αντιστασιακής κοινωνίας.
Ανάμεσα στα 118 κορμιά που θέρισαν τα πολυβόλα των ναζί, ολόκληρες οικογένειες, ανήλικα παιδιά και μία γυναίκα. Οι 89 ήταν Σπαρτιάτες, οι υπόλοιποι από τη γύρω περιοχή.
πηγη: ethnos.gr / Γιώργος Κατσιμάρδος
Ανάμεσα στα 118 κορμιά που θέρισαν τα πολυβόλα των ναζί, ολόκληρες οικογένειες, ανήλικα παιδιά και μία γυναίκα. Οι 89 ήταν Σπαρτιάτες, οι υπόλοιποι από τη γύρω περιοχή.
Είναι η
κατοχική περίοδος, που τα ολοκαυτώματα παίρνουν μαζικές διαστάσεις. Οι
εκτελέσεις κατά μονάδες και δεκάδες δίνουν τη θέση τους σε δολοφονίες κατά
εκατοντάδες, ακόμη και χιλιάδες! Όπως στην ασύλληπτη γι ανθρώπινο νου
ανθρωποθυσία των Καλαβρύτων λίγο αργότερα.
Στη Λακωνία, στην Αρκαδία και στη Μεσσηνία από το φθινόπωρο του 1943 η αιματηρή τρομοκρατία είχε πάρει μορφή πραγματικής σφαγής.
Μία από τις συγκλονιστικότερες περιγραφές, στηριγμένη σε μαρτυρίες για το «δόλιο Μονοδέντρι» στα χρόνια, που ακολούθησαν, έχει δώσει ο Ε. Μαχαίρας (ο κατοπινός πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγους Αθηνών) από τους αντιστασιακούς της περιοχής:
Μπροστά στο απόσπασμα
«Όταν τα εκτελεστικά αποσπάσματα άρχισαν το φρικτό τους έργο και οι 118 όμηροι αγκαλιάζονταν για τελευταία φορά, ο Γιατράκος (δικηγόρος και φιλελεύθερος πολιτικός) στράφηκε στους συντρόφους του κι έβγαλε τον τελευταίο λόγο της ζωής του...
Τη δραματική εκείνη στιγμή η δόξα άγγιζε το πρόσωπο ενός άλλου ήρωα. Το γλυκό πρόσωπο του αθάνατου Χρήστου Καρβούνη.
Γιατρός εξαίρετος, σπουδαγμένος στη Γερμανία, που έδινε στους αρρώστους του ζωή απ τη ζωή του... σκέφτηκε μέσα στην ασύλληπτη τραγικότητα του μακελειού ότι ανάμεσα στους 118 ήταν παιδιά ανήλικα, τέσσερα αδέλφια από μια οικογένεια (Τζιβανόπουλοι) και τρία από δύο άλλες (Αλεμαγκίδη και Κεχαγιά).
Παρακάλεσε τους Γερμανούς να μη σκοτώσουν τα ανήλικα παιδιά... Το μόνο που γινότανε του απάντησαν, ήτανε να γλιτώσει ο ίδιος... Τους έβρισε... Εκείνος, όμως, διάλεξε τον δοξασμένο θάνατο. Τον γάζωσαν με λύσσα οι Γερμανοί και έτσι δεν έμεινε πια όρθιος ούτε ένας».
Ανάμεσα στους ήρωες που έπεσαν για τη λευτεριά ο διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας Σπάρτης (Α. Ζερβομπεάκος), δικηγόροι (Φικιώρης, Σάλμας, Αλεμαγκίδης, Θεοφίλης), καθηγητές (Χίος, Παπαδάκος, Κουτρουμάνος), δημοσιογράφοι (Τριήρης, Γκουζούλης), πατεράδες και γιοι (Τζιβανόπουλος, Αλεμαγγίδης, Ανδριτσάκηες, Παπαστάθης, Σταυράκος...), επαγγελματίες, άνθρωποι του μόχθου, τσοπάνηδες, αλλά και μία γυναίκα (Βασιλική Μαρινάκη). Κάθε σπίτι και νεκρός...
Όλοι αυτοί που θα στελέχωναν την τοπική κοινωνία μετά την απελευθέρωση έγραφαν με το αίμα τους ξανά το επίγραμμα του Σιμωνίδη: «Ω ξειν αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα...».
Μασκοφορεμένοι προδότες
«Μέσα σ' αυτούς είχα τον άντρα μου και τον αδελφό μου. Είμαι περήφανη γι αυτό. Οι 118 μάρτυρες ήταν οι διαλεκτοί της Εθνικής Αντίστασης στον τόπο μας. Γι αυτό έξοχα τους ξεχώρισαν μέσα στη νύχτα οι μασκοφορεμένοι προδότες και τους παρέδωσαν στους φασίστες επιδρομείς. Πίστεψαν πως ο λαός θα ήταν αδύνατο ν αγωνιστεί και να νικήσει χωρίς αυτούς. Μα γελάστηκαν...» (μαρτυρία της Λίνας, γυναίκας του μάρτυρα Γ. Γιατράκου, που «θέρισαν» στο Μονοδέντρι).
Προαποφασισμένη η μοίρα τους
«Την προηγούμενη της τραγικής εκτελέσεως... ο Γερμανός διοικητής της Γκεστάπο Τριπόλεως ταγματάρχης Μπόσελ μάς είπε στο γραφείο του, όπου πήγαμε μαζί με τη Φανή Κουτσονικόλη: - Έχετε πολλούς εχθρούς. Οι κατηγορίες και οι αποκαλύψεις που μας έδωσε το Ελληνικό Φρουραρχείο Σπάρτης (το δωσίλογο Τάγμα Ασφαλείας «Λεωνίδας») είναι σοβαρές και οι δικοί σας δεν πρόκειται να βγουν. Μην ελπίζετε... » (μαρτυρία της Πότας Βουλούκου, αδελφής του εκτελεσμένου Πέτρου).
1943
Εκτός από το Μονοδέντρι άλλους τρεις τόπους μαρτυρίου γνώρισε η Λακωνία στα τέλη του 1943. Στην Ανδρίτσα (45 εκτελεσμένοι στις 6 Δεκεμβρίου), στον Πασσαβά (άλλοι 49 στις 7-8 Δεκεμβρίου), στη Μεγαλόπολη (25 εκτελεσμένοι στις 10 Δεκεμβρίου).
1944
Ακόμη πιο μακρύς ο κατάλογος όσων έπεσαν από τις αρχές έως το καλοκαίρι του 1944. Ενδεικτικά: Μονοδέντρι (50 τον Μάρτιο), Σπάρτη (Απρίλιος-Μάρτιος 244), Α. Δημήτριος, Ζούπαινα, Σουστιάνοι (40 τον Ιούνιο), Πάνιτσα -Σκαμνάκι-Γύθειο (77 το καλοκαίρι)...
1941-1944
Τα χρόνια της κατοχής εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς, τους Ιταλούς κατακτητές και τους ταγματασφαλίτες στην περιοχή περίπου 1.270 πατριώτες (τα στοιχεία παραθέτει ο Γ. Ρουμελιώτης). Ο αριθμός, ελλείψει στοιχείων, πρέπει να είναι αρκετά μεγαλύτερος.
Η ΑΦΟΡΜΗ ΓΙΑ ΤΗ ΣΦΑΓΗ
Τα γεγονότα πριν και μετά τον αφανισμό
Τι προηγήθηκε: Ενώ το αντάρτικο φουντώνει και έχουν συγκροτηθεί τα προδοτικά Τάγματα Ασφαλείας, στις 22-23 Οκτώβρη 1493, οι Γερμανοί κατακτητές και οι Έλληνες συνεργάτες τους προχωρούν σε μαζικές συλλήψεις. Στη Σπάρτη και τη γύρω περιοχή, με βάση καταλόγους που είχαν συντάξει οι δωσίλογοι και με οδηγούς κουκουλοφόρους, συλλαμβάνονται 550 πατριώτες, συνδεδεμένοι άμεσα ή έμμεσα με αντάρτες της περιοχής. Οι 400 μεταφέρονται στις φυλακές της Τρίπολης. Στόχος της ομηρείας η κατατρομοκράτηση του λαού, αλλά και η άσκηση εκβιασμού, ώστε συγγενείς και φίλοι κρατουμένων να καταταχθούν στα Τάγματα.
Η αφορμή: Στις 25 Νοεμβρίου δυνάμεις του ΕΛΑΣ στήνουν ενέδρα στο Μονοδέντρι. Υπήρχαν πληροφορίες ότι θα μεταφέρονταν ταγματασφαλίτες στη Σπάρτη για να ενισχύσουν τις εκεί γερμανόφιλες συμμορίες. Τελικά, η φάλαγγα αυτοκινήτων, που εξουδετερώθηκε, μετέφερε Γερμανούς. Εξοντώθηκαν περίπου 40 στρατιώτες (οι αριθμοί ποικίλλουν από μαρτυρία σε μαρτυρία).
Τι ακολούθησε: «Το άγγελμα ξαφνικό και αναπάντεχο σ' ολόκληρο τον Μοριά με κατάπληξη, γράφει αγωνιστής της Αντίστασης, που περιγράφει την ατμόσφαιρα μετά την ανθρωποσφαγή. Δεν είχε ματαγίνει τέτοιο ομαδικό και απαίσιο έγκλημα. Η Σπάρτη ντύθηκε στα μαύρα». Αβάσταχτος ο πόνος. Ο λαϊκός θρήνος από τον χαμό των παλικαριών θα εκφραστεί και με μοιρολόγια:
«Αητός στον ήλιο πέταξε μ' ολόχρυσες φτερούγες
Στη Λακωνία, στην Αρκαδία και στη Μεσσηνία από το φθινόπωρο του 1943 η αιματηρή τρομοκρατία είχε πάρει μορφή πραγματικής σφαγής.
Μία από τις συγκλονιστικότερες περιγραφές, στηριγμένη σε μαρτυρίες για το «δόλιο Μονοδέντρι» στα χρόνια, που ακολούθησαν, έχει δώσει ο Ε. Μαχαίρας (ο κατοπινός πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγους Αθηνών) από τους αντιστασιακούς της περιοχής:
Μπροστά στο απόσπασμα
«Όταν τα εκτελεστικά αποσπάσματα άρχισαν το φρικτό τους έργο και οι 118 όμηροι αγκαλιάζονταν για τελευταία φορά, ο Γιατράκος (δικηγόρος και φιλελεύθερος πολιτικός) στράφηκε στους συντρόφους του κι έβγαλε τον τελευταίο λόγο της ζωής του...
Τη δραματική εκείνη στιγμή η δόξα άγγιζε το πρόσωπο ενός άλλου ήρωα. Το γλυκό πρόσωπο του αθάνατου Χρήστου Καρβούνη.
Γιατρός εξαίρετος, σπουδαγμένος στη Γερμανία, που έδινε στους αρρώστους του ζωή απ τη ζωή του... σκέφτηκε μέσα στην ασύλληπτη τραγικότητα του μακελειού ότι ανάμεσα στους 118 ήταν παιδιά ανήλικα, τέσσερα αδέλφια από μια οικογένεια (Τζιβανόπουλοι) και τρία από δύο άλλες (Αλεμαγκίδη και Κεχαγιά).
Παρακάλεσε τους Γερμανούς να μη σκοτώσουν τα ανήλικα παιδιά... Το μόνο που γινότανε του απάντησαν, ήτανε να γλιτώσει ο ίδιος... Τους έβρισε... Εκείνος, όμως, διάλεξε τον δοξασμένο θάνατο. Τον γάζωσαν με λύσσα οι Γερμανοί και έτσι δεν έμεινε πια όρθιος ούτε ένας».
Ανάμεσα στους ήρωες που έπεσαν για τη λευτεριά ο διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας Σπάρτης (Α. Ζερβομπεάκος), δικηγόροι (Φικιώρης, Σάλμας, Αλεμαγκίδης, Θεοφίλης), καθηγητές (Χίος, Παπαδάκος, Κουτρουμάνος), δημοσιογράφοι (Τριήρης, Γκουζούλης), πατεράδες και γιοι (Τζιβανόπουλος, Αλεμαγγίδης, Ανδριτσάκηες, Παπαστάθης, Σταυράκος...), επαγγελματίες, άνθρωποι του μόχθου, τσοπάνηδες, αλλά και μία γυναίκα (Βασιλική Μαρινάκη). Κάθε σπίτι και νεκρός...
Όλοι αυτοί που θα στελέχωναν την τοπική κοινωνία μετά την απελευθέρωση έγραφαν με το αίμα τους ξανά το επίγραμμα του Σιμωνίδη: «Ω ξειν αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα...».
Μασκοφορεμένοι προδότες
«Μέσα σ' αυτούς είχα τον άντρα μου και τον αδελφό μου. Είμαι περήφανη γι αυτό. Οι 118 μάρτυρες ήταν οι διαλεκτοί της Εθνικής Αντίστασης στον τόπο μας. Γι αυτό έξοχα τους ξεχώρισαν μέσα στη νύχτα οι μασκοφορεμένοι προδότες και τους παρέδωσαν στους φασίστες επιδρομείς. Πίστεψαν πως ο λαός θα ήταν αδύνατο ν αγωνιστεί και να νικήσει χωρίς αυτούς. Μα γελάστηκαν...» (μαρτυρία της Λίνας, γυναίκας του μάρτυρα Γ. Γιατράκου, που «θέρισαν» στο Μονοδέντρι).
Προαποφασισμένη η μοίρα τους
«Την προηγούμενη της τραγικής εκτελέσεως... ο Γερμανός διοικητής της Γκεστάπο Τριπόλεως ταγματάρχης Μπόσελ μάς είπε στο γραφείο του, όπου πήγαμε μαζί με τη Φανή Κουτσονικόλη: - Έχετε πολλούς εχθρούς. Οι κατηγορίες και οι αποκαλύψεις που μας έδωσε το Ελληνικό Φρουραρχείο Σπάρτης (το δωσίλογο Τάγμα Ασφαλείας «Λεωνίδας») είναι σοβαρές και οι δικοί σας δεν πρόκειται να βγουν. Μην ελπίζετε... » (μαρτυρία της Πότας Βουλούκου, αδελφής του εκτελεσμένου Πέτρου).
1943
Εκτός από το Μονοδέντρι άλλους τρεις τόπους μαρτυρίου γνώρισε η Λακωνία στα τέλη του 1943. Στην Ανδρίτσα (45 εκτελεσμένοι στις 6 Δεκεμβρίου), στον Πασσαβά (άλλοι 49 στις 7-8 Δεκεμβρίου), στη Μεγαλόπολη (25 εκτελεσμένοι στις 10 Δεκεμβρίου).
1944
Ακόμη πιο μακρύς ο κατάλογος όσων έπεσαν από τις αρχές έως το καλοκαίρι του 1944. Ενδεικτικά: Μονοδέντρι (50 τον Μάρτιο), Σπάρτη (Απρίλιος-Μάρτιος 244), Α. Δημήτριος, Ζούπαινα, Σουστιάνοι (40 τον Ιούνιο), Πάνιτσα -Σκαμνάκι-Γύθειο (77 το καλοκαίρι)...
1941-1944
Τα χρόνια της κατοχής εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς, τους Ιταλούς κατακτητές και τους ταγματασφαλίτες στην περιοχή περίπου 1.270 πατριώτες (τα στοιχεία παραθέτει ο Γ. Ρουμελιώτης). Ο αριθμός, ελλείψει στοιχείων, πρέπει να είναι αρκετά μεγαλύτερος.
Η ΑΦΟΡΜΗ ΓΙΑ ΤΗ ΣΦΑΓΗ
Τα γεγονότα πριν και μετά τον αφανισμό
Τι προηγήθηκε: Ενώ το αντάρτικο φουντώνει και έχουν συγκροτηθεί τα προδοτικά Τάγματα Ασφαλείας, στις 22-23 Οκτώβρη 1493, οι Γερμανοί κατακτητές και οι Έλληνες συνεργάτες τους προχωρούν σε μαζικές συλλήψεις. Στη Σπάρτη και τη γύρω περιοχή, με βάση καταλόγους που είχαν συντάξει οι δωσίλογοι και με οδηγούς κουκουλοφόρους, συλλαμβάνονται 550 πατριώτες, συνδεδεμένοι άμεσα ή έμμεσα με αντάρτες της περιοχής. Οι 400 μεταφέρονται στις φυλακές της Τρίπολης. Στόχος της ομηρείας η κατατρομοκράτηση του λαού, αλλά και η άσκηση εκβιασμού, ώστε συγγενείς και φίλοι κρατουμένων να καταταχθούν στα Τάγματα.
Η αφορμή: Στις 25 Νοεμβρίου δυνάμεις του ΕΛΑΣ στήνουν ενέδρα στο Μονοδέντρι. Υπήρχαν πληροφορίες ότι θα μεταφέρονταν ταγματασφαλίτες στη Σπάρτη για να ενισχύσουν τις εκεί γερμανόφιλες συμμορίες. Τελικά, η φάλαγγα αυτοκινήτων, που εξουδετερώθηκε, μετέφερε Γερμανούς. Εξοντώθηκαν περίπου 40 στρατιώτες (οι αριθμοί ποικίλλουν από μαρτυρία σε μαρτυρία).
Τι ακολούθησε: «Το άγγελμα ξαφνικό και αναπάντεχο σ' ολόκληρο τον Μοριά με κατάπληξη, γράφει αγωνιστής της Αντίστασης, που περιγράφει την ατμόσφαιρα μετά την ανθρωποσφαγή. Δεν είχε ματαγίνει τέτοιο ομαδικό και απαίσιο έγκλημα. Η Σπάρτη ντύθηκε στα μαύρα». Αβάσταχτος ο πόνος. Ο λαϊκός θρήνος από τον χαμό των παλικαριών θα εκφραστεί και με μοιρολόγια:
«Αητός στον ήλιο πέταξε μ' ολόχρυσες φτερούγες
απάνω απ' τον Ταΰγετο κι απάνω από τη
Μάνη.
Τ' αποβραδίς εκούρνιασε στο δόλιο Μονοδέντρι,
εκεί που πέσαν οι εκατό
δεκαοχτώ λεβέντες.
Βάγια σούρνει στη μύτη του κι αστέρια στα φτερά του,
Φωνές
και χαιρετίσματα σούρνει στ ακρόνυχά του:
Πάψτε μάνες τα κλάματα, τι εσείσθη ο
απάνω κόσμος...».
Η εκδίκηση: Τέσσερις μήνες μετά το ολοκαύτωμα, στις 13/3/1944, αντάρτικες δυνάμεις θα ξαναστήσουν ενέδρα στο Μονοδέντρι. Θα εξολοθρεύσουν φάλαγγα 8 γερμανικών αυτοκινήτων με κεραυνοβόλα επίθεση. Πρωταγωνιστές της επιχείρησης γράφουν για τα αποτελέσματα της μάχης: «Πόσα ήταν τα θύματα των Γερμανών; Υπολογίσαμε πως κάθε αυτοκίνητο είχε 20-30 στρατιώτες, δηλαδή συνολικά 200-250. Απ αυτούς μόνο 50 γλίτωσαν... Ήξεραν πια πως οι αντάρτες μας εκεί χτυπούν και πως οι 118 εκδικούνται...».
Μετά την απελευθέρωση: Τα ερωτήματα ποιοι σκότωσαν τους 118, ποιοι συνέταξαν και παράδωσαν στους Γερμανούς τους μακάβριους καταλόγους, ποιοι φορώντας μάσκες οδηγούσαν τους ναζί δεν έμειναν αναπάντητα. Έγιναν κάποιες ανακρίσεις, υπήρξαν καταθέσεις ταγματασφαλιτών, που αποκαλύπταν τους συνεργούς του ανείπωτου εγκλήματος. Με ονοματεπώνυμα! Ουδείς, βεβαίως, τελικά πλήρωσε για το όλεθρο που έσπειρε. Είχαν, άλλωστε, όλοι σπεύσει να υπηρετήσουν τη νέα εξουσία. Ούτε και από τα εκτελεστικά όργανα των ναζί έδωσε κάποιος λόγο για το Μονοδέντρι. Αν και η σφαγή των 118 αποτελούσε στοιχείο στα κατηγορητήρια της Νυρεμβέργης. Μάλιστα το υπ αριθμόν 1 υπό το γενικό σκεπτικό ότι τ αντίποινα αποτελούν μέρος προδιαγεγραμμένου σχεδίου προς τρομοκράτησιν...».
Oι δωσίλογοι απορούν...
«...Άπαντα τα εν αιτήσει του πατρός των αναφερόμενα είναι ψευδέστατα και οι τέσσεροι υιοί του όχι μόνον δεν πρέπει να απολυθούν εκ των φυλακών Τριπόλεως ένθα κρατούνται, απεναντίας δε απορούμεν πως ούτοι μέχρι σήμερον δεν έχουν εκτελεσθή» (απάντηση του εθνοπροδότη Λ. Βρεττάκου, επικεφαλής των ταγματασφαλιτών του «Λεωνίδα», στην αίτηση του Δ. Τζιβανόπουλου προς τη γερμανική διοίκηση Σπάρτης να αποφυλακιστούν τα τέσσερα παιδιά Δημοσθένης, Σωκράτης, Παρασκευάς και Ιωάννης).
Τους θυμήθηκαν μετά 33 χρόνια!
«Ως εξιλεαστικόν μέτρον διά την δειλήν και επίβουλον επίθεσιν ανταρτών εις γερμανικήν φάλαγγα αυτοκινήτων εις τον δρόμον Τριπόλεως - Σπάρτης την 25η Νοεμβρίου 1943, εξετελέσθησαν οι κάτωθι...». Ακολουθεί κατάλογος με 100 ονόματα πατριωτών στην «κοινοποίηση» της γερμανικής στρατιωτικής διοίκησης Πελοποννήσου. Δεν περιλαμβάνονται άλλοι 18 πατριώτες, που θα προστεθούν αργότερα στον κατάλογο του ολοκαυτώματος. Αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη μαζική σφαγή στον Μοριά. Θα ακολουθήσουν άλλες εξίσου φοβερές και ακόμη φοβερότερες στην περιοχή και όλη τη χώρα. Σε 50.000 υπολογίζονται όσοι εκτελέστηκαν από τα στρατεύματα κατοχής το 1941-44.
Για πολλούς λόγους τα επόμενα χρόνια η θυσία των 118 πατριωτών στο Μονοδέντρι, τη μαύρη Παρασκευή της 26ης Νοεμβρίου 1943, δεν θα πάρει την αρμόζουσα θέση στα εθνικά σύμβολα του αγώνα για λευτεριά.
Θα περάσουν 33 χρόνια μέχρι να τιμηθούν οι εκτελεσμένοι από την επίσημη πολιτεία!
Στον μαρτυρικό τόπο της θυσίας εμποδίστηκε από τους «εθνικόφρονες», κατά τα μεταπολεμικά χρόνια, να ανεγερθεί μνημείο (επί δημαρχίας Γ. Σαϊνόπουλου). Όταν, επιτέλους, κατασκευαστεί θα φυλάσσεται τις νύχτες από συγγενείς των εκτελεσμένων!
Αλλά φαίνεται ότι αυτή δεν ήταν και η τελευταία ύβρις σε βάρος τους. Το τελευταίο διάστημα, στο πλαίσιο των συστηματικών προσπαθειών για το ξαναγράψιμο της ιστορίας της Εθνικής Αντίστασης, στους τόπους μαζικού μαρτυρίου κατά την τριπλή φασιστική κατοχή, θα τρίζουν τα κόκαλα των ηρώων. Έρευνες, με ή χωρίς εισαγωγικά, από «νέες» σχολές ιστορικών θέλουν το «αίμα των αθώων» να χύθηκε μάταια περίπου, εξαιτίας των ανταρτών του ΕΛΑΣ! Αν δεν γίνονταν αντάρτικες επιθέσεις εναντίον των κατακτητών δεν θα υπήρχαν και αντίποινα! Προς το παρόν τα σχετικά διατυπώνονται κάπως... ντροπαλά.
Ο ανορθολογισμός παρόμοιων προσεγγίσεων, ανεξαρτήτως όλων των άλλων αντιϊστορικών που περιέχουν, είναι πασιφανής. Στην ακρότατη συνέπειά μπορεί να πάρει τη μορφή: κακώς υπήρξε Εθνική Αντίσταση! Όσο για το πόσο νέα είναι αυτή η «ιστορική» προσέγγιση, αρκεί να θυμηθούμε ότι την πατρότητα έχουν οι ίδιοι οι κατακτητές, οι δοσίλογοι της κατοχής και οι μεταπολεμικοί έμποροι της εθνικοφροσύνης.
Η εκδίκηση: Τέσσερις μήνες μετά το ολοκαύτωμα, στις 13/3/1944, αντάρτικες δυνάμεις θα ξαναστήσουν ενέδρα στο Μονοδέντρι. Θα εξολοθρεύσουν φάλαγγα 8 γερμανικών αυτοκινήτων με κεραυνοβόλα επίθεση. Πρωταγωνιστές της επιχείρησης γράφουν για τα αποτελέσματα της μάχης: «Πόσα ήταν τα θύματα των Γερμανών; Υπολογίσαμε πως κάθε αυτοκίνητο είχε 20-30 στρατιώτες, δηλαδή συνολικά 200-250. Απ αυτούς μόνο 50 γλίτωσαν... Ήξεραν πια πως οι αντάρτες μας εκεί χτυπούν και πως οι 118 εκδικούνται...».
Μετά την απελευθέρωση: Τα ερωτήματα ποιοι σκότωσαν τους 118, ποιοι συνέταξαν και παράδωσαν στους Γερμανούς τους μακάβριους καταλόγους, ποιοι φορώντας μάσκες οδηγούσαν τους ναζί δεν έμειναν αναπάντητα. Έγιναν κάποιες ανακρίσεις, υπήρξαν καταθέσεις ταγματασφαλιτών, που αποκαλύπταν τους συνεργούς του ανείπωτου εγκλήματος. Με ονοματεπώνυμα! Ουδείς, βεβαίως, τελικά πλήρωσε για το όλεθρο που έσπειρε. Είχαν, άλλωστε, όλοι σπεύσει να υπηρετήσουν τη νέα εξουσία. Ούτε και από τα εκτελεστικά όργανα των ναζί έδωσε κάποιος λόγο για το Μονοδέντρι. Αν και η σφαγή των 118 αποτελούσε στοιχείο στα κατηγορητήρια της Νυρεμβέργης. Μάλιστα το υπ αριθμόν 1 υπό το γενικό σκεπτικό ότι τ αντίποινα αποτελούν μέρος προδιαγεγραμμένου σχεδίου προς τρομοκράτησιν...».
Oι δωσίλογοι απορούν...
«...Άπαντα τα εν αιτήσει του πατρός των αναφερόμενα είναι ψευδέστατα και οι τέσσεροι υιοί του όχι μόνον δεν πρέπει να απολυθούν εκ των φυλακών Τριπόλεως ένθα κρατούνται, απεναντίας δε απορούμεν πως ούτοι μέχρι σήμερον δεν έχουν εκτελεσθή» (απάντηση του εθνοπροδότη Λ. Βρεττάκου, επικεφαλής των ταγματασφαλιτών του «Λεωνίδα», στην αίτηση του Δ. Τζιβανόπουλου προς τη γερμανική διοίκηση Σπάρτης να αποφυλακιστούν τα τέσσερα παιδιά Δημοσθένης, Σωκράτης, Παρασκευάς και Ιωάννης).
Τους θυμήθηκαν μετά 33 χρόνια!
«Ως εξιλεαστικόν μέτρον διά την δειλήν και επίβουλον επίθεσιν ανταρτών εις γερμανικήν φάλαγγα αυτοκινήτων εις τον δρόμον Τριπόλεως - Σπάρτης την 25η Νοεμβρίου 1943, εξετελέσθησαν οι κάτωθι...». Ακολουθεί κατάλογος με 100 ονόματα πατριωτών στην «κοινοποίηση» της γερμανικής στρατιωτικής διοίκησης Πελοποννήσου. Δεν περιλαμβάνονται άλλοι 18 πατριώτες, που θα προστεθούν αργότερα στον κατάλογο του ολοκαυτώματος. Αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη μαζική σφαγή στον Μοριά. Θα ακολουθήσουν άλλες εξίσου φοβερές και ακόμη φοβερότερες στην περιοχή και όλη τη χώρα. Σε 50.000 υπολογίζονται όσοι εκτελέστηκαν από τα στρατεύματα κατοχής το 1941-44.
Για πολλούς λόγους τα επόμενα χρόνια η θυσία των 118 πατριωτών στο Μονοδέντρι, τη μαύρη Παρασκευή της 26ης Νοεμβρίου 1943, δεν θα πάρει την αρμόζουσα θέση στα εθνικά σύμβολα του αγώνα για λευτεριά.
Θα περάσουν 33 χρόνια μέχρι να τιμηθούν οι εκτελεσμένοι από την επίσημη πολιτεία!
Στον μαρτυρικό τόπο της θυσίας εμποδίστηκε από τους «εθνικόφρονες», κατά τα μεταπολεμικά χρόνια, να ανεγερθεί μνημείο (επί δημαρχίας Γ. Σαϊνόπουλου). Όταν, επιτέλους, κατασκευαστεί θα φυλάσσεται τις νύχτες από συγγενείς των εκτελεσμένων!
Αλλά φαίνεται ότι αυτή δεν ήταν και η τελευταία ύβρις σε βάρος τους. Το τελευταίο διάστημα, στο πλαίσιο των συστηματικών προσπαθειών για το ξαναγράψιμο της ιστορίας της Εθνικής Αντίστασης, στους τόπους μαζικού μαρτυρίου κατά την τριπλή φασιστική κατοχή, θα τρίζουν τα κόκαλα των ηρώων. Έρευνες, με ή χωρίς εισαγωγικά, από «νέες» σχολές ιστορικών θέλουν το «αίμα των αθώων» να χύθηκε μάταια περίπου, εξαιτίας των ανταρτών του ΕΛΑΣ! Αν δεν γίνονταν αντάρτικες επιθέσεις εναντίον των κατακτητών δεν θα υπήρχαν και αντίποινα! Προς το παρόν τα σχετικά διατυπώνονται κάπως... ντροπαλά.
Ο ανορθολογισμός παρόμοιων προσεγγίσεων, ανεξαρτήτως όλων των άλλων αντιϊστορικών που περιέχουν, είναι πασιφανής. Στην ακρότατη συνέπειά μπορεί να πάρει τη μορφή: κακώς υπήρξε Εθνική Αντίσταση! Όσο για το πόσο νέα είναι αυτή η «ιστορική» προσέγγιση, αρκεί να θυμηθούμε ότι την πατρότητα έχουν οι ίδιοι οι κατακτητές, οι δοσίλογοι της κατοχής και οι μεταπολεμικοί έμποροι της εθνικοφροσύνης.
πηγη: ethnos.gr / Γιώργος Κατσιμάρδος